- επαναφορέας
- ο(μηχαν.) το όργανο με το οποίο γίνεται η επαναφορά άλλου οργάνου ή τμήματός του στην αρχική του θέση μετά από κάθε διατάραξη τής ισορροπίας του.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
επαναφορέας — ο όργανο με το οποίο γίνεται επαναφορά άλλου οργάνου ή τμήματός του στην αρχική θέση του … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)